Ν. Καζαντζάκης

"Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω". Νίκος Καζαντζάκης

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Η Γιορτή...

Η παραγωγή κρίσης στη χώρα μας συνεχίζεται. Με αμείωτη ένταση, με σθένος απαράμιλλο και με το σφρίγος διεγραμμένο επάνω σε πρόσωπα, που φορούν γυαλιά μυωπίας, μιας και δεν είναι κατορθωτό να βλέπουν πέρα από τη μύτη τους.
Η Ελλάδα δεν πεθαίνει, όπως νομίζουμε πολύ από εμάς, μαραζώνει όμως, όταν βλέπει όλους εμάς να κοιτάμε στο πουθενά, ψάχνοντας κάτι από τον απέραντο ήλιο της, μήπως και αχνοφανεί μιαν ελπίδα στα πρόσωπα και τις ψυχές μας.
Όμως, η ελπίδα στα πρόσωπα δεν ήρθε από τον ήλιο. Ήρθε από τα δικά μας τα χέρια, όταν τα ακουμπήσαμε ο ένας στον άλλο. Όταν καταφέραμε να σκεφτούμαι και κάτι περισσότερο. Κάτι περισσότερο από την κλειστή καθημερινότητά μας. Οι αγώνες μας, τα ιδανικά μας, εμείς, οι άλλοι, οι άλλοι άγνωστοι άνθρωποι, που το τελευταίο διάστημα ήρθαν τόσο κοντά μας.
Ο κοινωνικός ιστός και μόνον αυτός όταν είναι αραγής δεν μπορεί κανείς να τον χαλάσει. Κι αυτό είναι το θεαματικότερο όλων, που πέτυχαν οι Ελληνες που βρέθηκαν στο Σύνταγμα. Με τα χέρια τους, τη φωνή τους ή, τη σιωπή τους πολλές φορές κατάφεραν να ενώσουν τις ίδιες τις ζωές τους, τη μοίρα τους, κάτω από τον αγέρωχο ήλιο της Ελλάδας.
Ποιος το περίμενε αυτό;
Κανείς τους είναι η απάντηση.
Όλοι, όμως, θα έπρεπε να το περίμεναν και πρώτοι από όλους εμείς οι ίδιοι. Εμείς βασανιζόμαστε, εμείς πονάμε, εμείς κλαίμε, εμείς στεναχωριόμαστε. Εμείς αγαπάμε τούτον τον τόπο περισσότερο από τον καθένα, εμείς ξέρουμε τι μας συμβαίνει, εμείς δίνουμε τον αγώνα μας καθημερινά, με χέρια σχισμένα από το μεροκάμματο, μουσκίδι στον ιδρώτα. Εμείς βλέπουμε να γεννιούνται και να πεθαίνουν άνθρωποι, εμείς προσευχόμαστε, εμείς γελάμε και κλαίμε, πέφτουμε και σηκωνόμαστε, ερωτευόμαστε και αγαπάμε. Κανείς άλλος. Μονάχα εμείς.
Κι αν δεν πετύχουμε τίποτε στο τέλος, δεν τρέχει τίποτε. Αυτά που κερδίζει με τον αγώνα της κάθε μέρα η ελληνική κονωνία είναι πολλά. Έμαθε να εμπιστεύεται τους ίδιους τους ανθρώπους του μόχθου, που οι μόνοι που κατάφεραν (ΕΥΤΥΧΩΣ) να υμνήσουν, είναι εκείνοι οι μεγάλοι άνθρωποι των γραμμάτων. Αυτά τα ευλογημένα, ηλιοκαμώνα και χαρωπά πρόσωπα κάθονται χθες, σήμερα, αύριο στην πλατεία κια μιλούν μόνο με την παρουσία τους. Είναι οι ίδιοι εκείνοι άνθρωποι, που περιέγραψαν μέσα στα βιβλία τους, ο Καζαντζάκης, ο Παπαδιαμάντης, ο Ρίτσος, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Κόντογλου, ο Λασκαράτος, ο Καβάφης. Κι αν δεν είναι οι ίδιοι, έχουν τα γονίδια και τη στόφα τέτοιων ανθρώπων.
Δεν φορούν γυαλιά για να δείξουν τη σοφία τους. Δε φορούν γραβάτες επάνω από τ’ ανοιχτά πουκάμισά τους κι όταν κάποιος τους πλησιάσει για να πιάσει κουβέντα μαζί τους σφίγγουν το χέρι του εγκάρδια σα να στίβουν λεμόνι, επάνω από τους μεζέδες που θα τον φυλέψουν. Ας το βάλουν καλά στο μυαλό τους όλοι. Αυτός είναι ο Έλληνας, παλιός και σύγχρονος. Ένας ανώνυμος Ζορμπάς, που η χάρη του φτάνει μέχρι τα πέραττα του σύγχρονου κόσμου. Μια «φόνισσα», μια Ελένη, ένας Πατούχας.
Το λέει η καρδιά του. Έχει μάθει να την ακούει, περισσότερο κι από την ίδια τη λογική του. Γι’ αυτό και έχει μάθει να ζει ωραία. Κι αυτό το πράγμα να είμαστε όλοι μας σίγουροι, πως δε μπορεί να του στερήσει κανείς. Ακόμα και στο παγκάκι μιας πλατείας, θα στήσει μιαν ολόκληρη γιορτή. Γιορτή για χάρη της ζωής, της χαράς, της καρδιάς, της ίδιας του της ύπαρξης.
Γιώργος Καϊάφας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου